- αντικατασκοπεία
- η [αντικατάσκοπος]το σύνολο των ενεργειών που αποβλέπουν στον εντοπισμό ή και παραπλάνηση των εχθρικών υπηρεσιών κατασκοπείας.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
Παγκόσμιοι πόλεμοι — Οι δύο πόλεμοι, ο A» Παγκόσμιος πόλεμος (1914 18) και ο B» Παγκόσμιος πόλεμος (1939 45), στους οποίους συμμετείχαν οι κυριότερες δυνάμεις του κόσμου. Α’ Παγκοσμιος πόλεμος. Ποτέ, στην υπερχιλιετή ιστορία της, η Ευρώπη δεν έφτασε σε τόσο υψηλό… … Dictionary of Greek
Σόργκε, Ρίχαρντ — (Sorge). Σοβιετικός μυστικός πράκτορας (Μπακού 1895 Τόκιο 1944). Ο Σ. θεωρείται ένας από τους πιο επιδέξιους μυστικούς πράκτορες όλων των εποχών. Ήταν γιος Γερμανού μηχανικού και μιας Ρωσίδας και το 1899 έφτασε, με την οικογένεια του στο Βερολίνο … Dictionary of Greek
αντικατασκοπία — η (λάθος το αντικατασκοπεία), υπηρεσία ασφαλείας που αποστολή έχει την αποκάλυψη των πρακτόρων άλλων κρατών στο εσωτερικό της χώρας ή στο εξωτερικό (σ’ άλλες δηλ. χώρες) … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)